- πλατανώνας
- ο / πλατανών, -ῶνος, ΝΑτόπος όπου φύονται πολλοί πλάτανοι, μέρος κατάφυτο από πλατάνους, πλατανότοπος.[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάτανος + κατάλ. -ών, -ῶνος (πρβλ. ελαι-ών)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πλατανιστούς — οῡντος,και δωρ. και λακων. τ. πλατανιστάς, ὁ, Α δάσος από πλατάνια, πλατανώνας («καὶ χωρίον Πλατανιστάς ἐστιν ἀπὸ τῶν δένδρων», Παυσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πλατάνιστος «πλάτανος» + κατάλ. οῦς, οῦντος (βλ. οεις)] … Dictionary of Greek
πλατανότοπος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 240 μ.), στην πρώην επαρχία Παγγαίου, του νομού Καβάλας. * * * ο, Ν τόπος όπου φύονται πολλοί πλάτανοι, πλατανώνας. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλάτανος + τόπος] … Dictionary of Greek